ΣΧΟΛΙΟ Του Κ.Ι. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ (07-10-99)

Από τα λόγια, στα δύσκολα τώρα

Το ζήτημα της τουρκικής υποψηφιότητας στην Ευρωπαϊκή Ενωση συγκεντρώνει αυτή την εποχή το ζωηρό ενδιαφέρον όσων εξακολουθούν να προβληματίζονται με θέματα εξωτερικής πολιτικής στον ελληνικό δημόσιο βίο. Η μεγάλη πλειοψηφία των εταίρων στην Ε.Ε., ασπαζόμενη τους σχεδιασμούς της νέας ευρω-ατλαντικής συνεργασίας, επιθυμεί να φέρει την Τουρκία όσο γίνεται πιο κοντά στη λεγόμενη «ευρωπαϊκή οικογένεια»· γνωρίζοντας, όμως, ότι η χώρα αυτή δεν πληροί τα κριτήρια της Κοπεγχάγης. Αυτό είναι το πρόβλημά τους σ' αυτή την υπόθεση που βρίσκεται στην «ατζέντα» της επόμενης (τον Δεκέμβριο) Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η Αθήνα είναι φυσικά υποχρεωμένη να τοποθετηθεί κι αυτή απέναντι στο πρόβλημα. Για τους εταίρους της, το ζητούμενο είναι να βρεθούν τρόποι αιτιολόγησης για την αποδοχή της τουρκικής υποψηφιότητας, έτσι ώστε να μη γίνουν «κουρέλι» τα μείζονα κείμενα της Ενωσης. Για την ελληνική κυβέρνηση τα πράγματα θα γίνουν πάρα πολύ δύσκολα, αν οι τρόποι αυτοί εξευρεθούν. Στην περίπτωση αυτή, η ελληνική ηγεσία θα πρέπει να βρει τρόπους πολιτικής υποστήριξης του «ναι» ή του «όχι» στην τουρκική υποψηφιότητα. Το πρόβλημα της Αθήνας (που εύκολα ανταποκρίθηκε, προ καιρού, στις αμερικανικές «συστάσεις») είναι εξαιρετικά δύσκολο, δεδομένου ότι τα πολλά και βιαστικά λόγια της κυβέρνησης για ένα καλύτερο (ορατό) μέλλον στις ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν έχουν βρει έως τώρα μια ουσιαστική πολιτική ανταπόκριση από την Αγκυρα. Και εφ' όσον η ίδια η ελληνική ηγεσία θεωρεί «άγονο» πλέον το «βέτο» στην Ε.Ε., το μόνο που ελπίζει να της συμβεί έως την ημέρα της Συνόδου Κορυφής είναι να δοθεί από τους 14 μια διαβεβαίωση για ομαλή ενταξιακή πορεία της Κύπρου, ασχέτως των εξελίξεων στο πολιτικό πρόβλημα (Κυπριακό). Αν αυτό δεν συμβεί (για την ώρα υπάρχει απροθυμία από τους ισχυρούς της Ε.Ε. για μια τέτοια δέσμευση) η κυβέρνηση θα πρέπει να πάρει κάποιες αποφάσεις σημαντικές για την εξωτερική πολιτική της χώρας. Και μάλιστα σε μια περίοδο ουσιαστικώς προεκλογική (ως γνωστόν, ιδιαιτέρως σε τέτοιες περιόδους τα ελληνικά πολιτικά κόμματα εμφανίζουν μεγάλες «ευαισθησίες» απέναντι στις εξωτερικές υποθέσεις της χώρας). Οποια εξέλιξη κι αν θα έχουν προσεχώς τα πράγματα, βέβαιο είναι ότι ο κ. Κ. Σημίτης και ο κ. Γ.Α. Παπανδρέου έχουν βρεθεί στο κέντρο ενός πολυσύνθετου διπλωματικού παιχνιδιού, μεταξύ Αγκυρας, Βρυξελλών, Ουάσιγκτον και Λευκωσίας.