ΣΧΟΛΙΟ Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ (12-10-99)

Η αρχαία καχυποψία

Τόσο η ρητορική της προδοτολογίας και μειοδοτολογίας, για την οποία και η απλή συζήτηση με τους οριζόμενους ως προαιώνιους εχθρούς συνιστά απεμπόληση εθνικών δικαιωμάτων, όσο και η επίσης ασυγκράτητη ρητορική της σεισμικής διπλωματολογίας, η οποία θεωρεί ότι η μετεγκελαδική αλληλεγγύη Ελλήνων και Τούρκων θα οδηγήσει οπωσδήποτε σε ταχεία επίλυση των προβλημάτων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, απλώς συσκοτίζουν τα πράγματα και παραχαράσσουν τα αισθήματα. Μαζική πράγματι και αυθεντική η αμφίπλευρη συγκίνηση που εκλύθηκε μετά τα φονικά πλήγματα των σεισμών (αν και οφείλουμε να μη λησμονούμε ότι υπήρξαν κι εκείνοι που δήλωσαν την «εθνοπρεπή» ενόχλησή τους, το καλοκαίρι, από τη συμπαράσταση του ελληνικού λαού προς τον ισοπεδωμένο γείτονα), πολέμησε και κάπως ράγισε τα αρχαία ταμπού. Δεν φαίνεται πάντως ικανή να υπερβεί τις μεταξύ των κρατών διαχωριστικές γραμμές, που μπορεί μεν να τις έχει ενισχύσει η εκατέρωθεν αρχαία καχυποψία, δεν παύουν όμως να είναι αυθύπαρκτες: ας θυμηθούμε την «πράσινη γραμμή»... Είναι όμορφο, και τόσο ενάντιο στις πάγιες προκαταλήψεις, ν‹ ακούμε κοινές, ελληνοτουρκικές συναυλίες και να βλέπουμε φιλικότατα ποδοσφαιρικά ή καλαθοσφαιρικά παιγνίδια μεταξύ ελληνικών και τουρκικών ομάδων, με ευγενή στόχο την ενίσχυση των σεισμοπλήκτων στα δυτικά και στα ανατολικά του Αιγαίου. Είναι όμως άκαιρο και υπερβολικό να υποθέτουμε ότι κινήματα της ψυχής όπως αυτά προοικονομούν τη ριζική αλλαγή των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Η επιχειρούμενη πλειοδοσία ελπίδας δεν εμπιστεύεται απλώς την αυθόρμητη συμπόνια αλλά την καταχράται, γι' αυτό και επείγεται να παραβλέψει ότι, ακόμη κι αν όντως «οι λαοί δεν έχουν τίποτε να χωρίσουν», όπως ισχυρίζεται η παλαιά παραμυθία, δεν είναι ωστόσο οι λαοί (με τη μυθολογημένη «αγνότητά» τους) εκείνοι που ορίζουν την εξωτερική (ή εσωτερική) πολιτική της πατρίδας τους, είτε κοινοβουλευτική δημοκρατία διαθέτει αυτή είτε στρατοκρατείται. Αυτό κάθε άλλο παρά σημαίνει ότι δικαιούται οποιοσδήποτε να περιφρονήσει την έκρηξη των αισθημάτων, τη συμφωνία της αλληλεγγύης, όσο κι αν είναι πιθανό να αναιρεθεί από το χρόνο. Αλλά φαίνεται πως από την υπερβολή της άρνησης μετακινηθήκαμε στην υπερβολή της συναίνεσης, χωρίς, και πάλι, να ελέγξουμε τους όρους και τα κριτήρια. Ετσι, με την πρώτη αθλητική συνάντηση, εδώ ή εκεί, όπου αντί συνθημάτων φιλίας θα εκτοξεύονται ύβρεις και κέρματα, θα ανακρούσουμε πρύμναν για να ελλιμενιστούμε στην ασφάλεια των πατροπαράδοτων στερεοτύπων.