ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ (09-11-99)

Η Δίκη

Στις φυλακές όλου σχεδόν του κόσμου παίζεται ένα παιχνίδι που λέγεται «δίκη». Βαρυποινίτες (συνήθως) που όλοι μαζί καλύπτουν όλες τις προβλεπόμενες από τον Ποινικό Κώδικα κακουργηματικές περιπτώσεις στήνουν, σε κάποιο ευρύχωρο χώρο, με πάγκους καλυμμένους με κουβέρτες εξέδρα δικαστηρίου, κατά μίμηση του «τρομερού» Πενταμελούς Εφετείου, πέντε δικαστές, εισαγγελεύς και γραμματεύς. Το Πενταμελές Εφετείο, το μισούν βαθύτατα, γιατί αυτό το δικαστήριο επιβάλλει μεγάλες και τελεσίδικες ποινές. Τη θέση του προέδρου καταλαμβάνει ο αναμφισβήτητος «νονός» της κάθε φυλακής, σκληρός και βαρύς, και οι άλλες θέσεις δικαστών κατανέμονται ανάλογα με την εσωτερική «ιεραρχία» των κρατουμένων, στη διαμόρφωση της οποίας πολλοί παράγοντες συμμετέχουν, όπως το μέγεθος της ποινής, η επίδοση στο χαρτοπαίγνιο και το «μπαρμπούτι», αλλά κυρίως η θέση στην εσωτερική συμμορία του «νονού» και η αφοσίωση προς αυτόν. Η θέση του εισαγγελέως είναι αναλόγου ποινικής βαρύτητος, ενώ τη θέση του γραμματέως καταλαμβάνει οιοσδήποτε, διοπτροφόρος κατά προτίμηση, ασήμαντος κρατούμενος. Το σύνολο της «δικαστικής έδρας» αντανακλά, ως ένα βαθμό, την κρατούσα, κάθε φορά, «κοινωνική» ιεραρχία της φυλακής. Στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθεται συνήθως αρτάρτι συλληφθείς υπόδικος και, κατά προτίμηση, χωρίς προηγουμένη δικαστική πείρα, που πριν από μια ή δυο μέρες καταπτοημένος και τρομοκρατημένος πέρασε την κεντρική πύλη της φυλακής. Φοβισμένος καθώς είναι ακόμη τον αρπάζουν οι διάφορες «συμμορίες» τον αναγκάζουν να τους διηγηθεί συνοπτικώς τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται και τον καθίζουν στο ειδώλιο να τον δικάσουν! Δεν προσφέρονται όλες οι κακουργηματικές πράξεις για τη «δίκη». Το στυγερό έγκλημα π.χ. και αν ακόμη έχει συγκλονίσει την κοινή γνώμη, το αποφεύγουν εκτός αν προσφέρει ή υπόσχεται νοσηρά απρόοπτα ή γαργαλιστικές λεπτομέρειες (για τον ίδιο λόγο άλλωστε προτιμούν αυτού του είδους τα εγκλήματα και οι σταθμοί τηλεοράσεως). Το ίδιο και η κατάχρηση, όσο μεγάλη και αν είναι, και αυτή δεν προσφέρεται. Ασε που ο καταχραστής συνήθως είναι μεγαλόσχημος και σοβαρός «κύριος», που «δεν βγάζει γέλιο» με τίποτα. Η αποπλάνηση όμως ανηλίκου κορασίδος, ή κάποια περιπετειώδης ληστεία (χωρίς φόνο όμως, ο φόνος ακόμη και εκεί προκαλεί δέος) ή η ευφυής κλοπή και απάτη, όλες αυτές οι πράξεις προτιμώνται για να αποτελέσουν το περιεχόμενο της «δίκης». Προφανής σκοπός της «δίκης» είναι το γέλιο και η διασκέδαση, οι κρατούμενοι την παρακολουθούν με ενδιαφέρον, ως φαρσοκωμωδία. Τούτο γίνεται εμφανέστατο στην επιλογή του πλέον ανυπόληπτου προσώπου εκ των κρατουμένων για να παίξει το ρόλο... του συνηγόρου. Βέβαια τα κριτήρια της υπόληψης διαφέρουν σημαντικά από τα δικά μας, αλλά μη μου πείτε ότι δεν είναι ευφυής η επιλογή... κωφαλάλων, σπαστικών και πάσης φύσεως προβληματικών για να επιτελέσουν το έργο του συνηγόρου. Το γέλιο «δεν βγαίνει» μόνο από την εκδικαζόμενη υπόθεση και κυρίως όχι από αυτήν. Το γέλιο βγαίνει από τα... επί σκηνής δρώμενα. Φαντασθείτε το όλο σκηνικό της ιδιότυπης αυτής «δίκης», τα πρόσωπα που απαρτίζουν το δικαστήριο, την ιστορία τους που, λίγο-πολύ, είναι γνωστή στους θεατές-κρατούμενους, φαντασθείτε ακόμα τις απεγνωσμένες απόπειρες να μιμηθούν τις κινήσεις, το ύφος και τη γλώσσα των δικαστών, διανθισμένη με απροσδόκητες και συχνά μεγαλόστομες «κοτσάνες» για να καταλάβετε το σπαρταριστό αποτέλεσμα. Και μέσα από όλα αυτά περνάει, βέβαια, η διακωμώδηση της επίσημης και πάντα μισητής δίκης, την οποία οι αυτοσχέδιοι δικαστές πλειστάκις έχουν υποστεί.

Η (πραγματική) δίκη και κυρίως η ποινική πάντοτε έχει ισχυρά στοιχεία θεατρικότητας, γι' αυτό παλαιότερα τις υποθέσεις του Κακουργοδικείου, στις επαρχιακές πόλεις ιδιαίτερα, τις παρακολουθούσε πλήθος κόσμου, που δεν είχε καμία σχέση με την εκδικαζόμενη υπόθεση. Δεν είναι, λοιπόν, περίεργο ότι τα σταθερά και μόνιμα στοιχεία της πραγματικής δίκης είναι ταυτόχρονα και στοιχεία της φαρσοκωμωδίας που παίζουν οι κρατούμενοι για να διασκεδάσουν. Το έθιμο καταγράφεται σε βιβλία και απαντάται σε πολλές φυλακές του κόσμου, αν όχι σε όλες... Και δεν είναι επίσης παράξενο ότι διακεκριμένοι ηθοποιοί ανέλαβαν αυτοβούλως να δικάσουν... τον πρόεδρο Κλίντον! Αυτή, άλλωστε, ήταν η αφορμή για να θυμηθώ το έθιμο.

Του ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΡΚΑΓΙΑΝΝΗ